Λίγα μόλις σύννεφα καπνού ήταν αρκετά για να κινητοποιηθεί και πάλι το δίκτυό μας. Ο Γιώργος τηλεφώνησε στο Γιάννη, ο Πάνος στον Άγγελο, ο Τάσος στον Πολυχρόνη, ο Γιάννης στην Κατερίνα και στο Γιώργο. Μέσα σε λίγη ώρα όλα σχεδόν τα μέλη του Δικτύου επικοινωνήσαμε μεταξύ μας, όπως άλλωστε συμβαίνει και κάθε άλλη φορά που βγαίνουμε για περιπολία στο βουνό. Αυτή τη φορά όμως ήταν διαφορετικά...
Κυριακή πρωί 6 Σεπτεμβρίου 2009. Άνεμος βόρειος 7-8 Μποφόρ. Θερμοκρασία 30 oC. Συνθήκες ιδανικές για την εξάπλωση μιας πυρκαγιάς. Η εστία της φωτιάς ήταν στη Μελία. Και δυστυχώς δεν ήταν η μόνη. Άλλες δύο εστίες έγιναν γρήγορα αντιληπτές: μία στα Λουτρά και μία στο Αετοχώρι. Καθώς πύκνωναν οι καπνοί, πύκνωναν και τα τηλεφωνήματα μεταξύ μας. Ο επικεφαλής του Δικτύου και πρόεδρος, Γιάννης Βαταμίδης, ήταν σε συνεχή επικοινωνία με το κέντρο επιχειρήσεων της πολιτικής προστασίας της Νομαρχίας και περίμενε το πράσινο φως για τη μετάβασή μας στο σημείο που θα μας ζητηθεί. Η κινητοποίηση όλων των Υπηρεσιών ήταν τεράστια. Οχήματα της Πυροσβεστικής κατέφθασαν από τις Σέρρες, το Κιλκίς, τη Λάρισα και σχεδόν από όλους τους ενδιαμέσους νομούς και πήραν θέσεις στην περίμετρο της φωτιάς. Δύο πυροσβεστικά αεροσκάφη και ένα ελικόπτερο έκαναν συνεχώς ρίψεις νερού. Έντονη ήταν και η παρουσία του στρατού και της αστυνομίας. Η φωτιά είχε πάρει ήδη μεγάλες διαστάσεις και η χρησιμοποίηση των εθελοντών ήταν πια επιβεβλημένη..
Στις 17:30 συναντηθήκαμε στην ανατολική είσοδο της πόλης, ο Γιάννης Β., ο Γιάννης Τ., ο Τάσος, ο Πολυχρόνης, ο Πάνος και ο Γιώργος. Ο Γιάννης είχε ήδη στο αυτοκίνητό του όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό: πυροσβεστήρες, μάσκες, γάντια, ασυρμάτους. Οι οδηγίες ήταν σαφείς. Πηγαίνουμε στο Αετοχώρι όπου θα μας περιμένει ο αρμόδιος αντινομάρχης. Ξεκινήσαμε αμέσως. Στο Απαλό πήραμε τον Γιώργο με το JCB και στην Αγνάντια τον Άγγελο.
Στο Αετοχώρι μάς περίμενε ο αντινομάρχης κ. Αθ. Κολχούρης, ο οποίος μετά από συνεννόηση με την πυροσβεστική μας κατηύθυνε ανατολικά του χωριού, όπου ενσωματωθήκαμε με τους άνδρες του πυροσβεστικού οχήματος Σερρών. Φορέσαμε τον εξοπλισμό μας, συντονίσαμε τους ασυρμάτους μας και αρχίσαμε την κατάσβεση..
Πράγμα καθόλου εύκολο, ιδιαίτερα για μας, αφού αυτή ουσιαστικά ήταν και η παρθενική μας συμμετοχή σε κατάσβεση πυρκαγιάς. Οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δύσκολες, το μέρος δύσβατο και ο δικός μας ρόλος όπως και του παρακείμενου πεζοπόρου τμήματος της Π.Υ. ήταν να σβήνουμε τις μικρές εστίες και να προσέχουμε για τυχόν αναζωπυρώσεις. Παράλληλα βοηθήσαμε στο άπλωμα του σωλήνα πυρόσβεσης, ο οποίος πολλές φορές ξεπερνούσε τα εκατό μέτρα, ενώ o Γιώργος με το GCB βοηθούσε στη διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών. Αν και βρισκόμασταν στα όρια της φωτιάς, δεν απείχαμε πάνω από διακόσια μέτρα από το κυρίως μέτωπο το οποίο χρειάστηκε δέκα περίπου ρίψεις νερού από τα δύο αεροπλάνα και το ελικόπτερο προκειμένου να ελεγχθεί…
Όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια φωτιά, όλο σου το ‘’είναι’’ βρίσκεται σε απίστευτη ένταση. Οι αισθήσεις σου, τα συναισθήματά σου, η μυϊκή σου αντοχή, όλα βρίσκονται στα όρια. Η έντονη μυρωδιά του καμένου ξύλου και ο πυκνός μαύρος καπνός που δεν σ΄ αφήνει να αναπνεύσεις αλλά ούτε και να δεις, η θλίψη μπροστά στη θέα του καμένου τοπίου, η χαρά σου, όταν σβήνεις εσύ μια εστία φωτιάς, η πρόσκαιρη απογοήτευσή σου, όταν βλέπεις μια άλλη να φουντώνει και δεν μπορείς να κάνεις κάτι, ο εκνευρισμός σου, όταν αργεί – ή νομίζεις ότι αργεί.. – να έρθει το νερό για να ξαναγεμίσεις, οι δυνάμεις σου που σε προδίδουν κάθε τόσο και χρειάζεσαι να πάρεις μια ανάσα για να ξανασυνεχίσεις, αποτυπώνουν την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι. Εκείνο όμως που δε θα ξεχάσω ποτέ είναι εκείνο το κρώξιμο των πουλιών, σχεδόν σαν κλάμα, λίγο πριν γίνουν στάχτη…
Αργά το απόγευμα προστέθηκαν στην ομάδα μας ο Γιώργος και η Κατερίνα, οι οποίοι πήραν αμέσως από έναν πυροσβεστήρα και ενίσχυσαν τη δύναμή μας και το ηθικό μας.. Η Κατερίνα είχε την εξαιρετική ιδέα να μας φέρει ζεστά, καθαρά και στεγνά ρούχα, τα οποία αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμα, αφού μετά από 4 ώρες μάχης με τις φλόγες και καθώς ήδη είχε σκοτεινιάσει, τα δικά μας ήταν πια και ιδρωμένα και βρώμικα αλλά και λίγα..! Αυτό που μ’ αρέσει στον εθελοντισμό είναι ότι κάποιοι σκέφτονται να προσφέρουν με έναν τρόπο, που κάποιοι άλλοι δε θα τον είχαν σκεφτεί ποτέ! Αυτή άλλωστε είναι και η μαγεία του εθελοντισμού: καθώς προσπαθούν όλοι να πετύχουν τον ίδιο στόχο, ο καθένας να επιστρατεύει τις διαφορετικές και ιδιαίτερες ικανότητές του, τις ιδέες και τη φαντασία που διαθέτει, συνθέτοντας έτσι ένα εξαιρετικά ποικιλόμορφο σκηνικό δράσης και προσφοράς με μια ατμόσφαιρα και μια δυναμική που μόνο θετικό αποτέλεσμα μπορεί να έχει.
Κάποιοι πυροσβέστες μάς έφεραν σάντουιτς, νερά και καφέδες, ενώ λίγο αργότερα στο μενού μας προστέθηκαν κρουασάν και πατατάκια από έναν κάτοικο του χωριού. Η φωτιά είχε πια κωπάσει. Λίγο η ανθρώπινη υπερπροσπάθεια, λίγο οι πρώτες στάλες βροχής που ήρθαν μαζί με τη νύχτα, λίγο ο αέρας που έπεσε και όλα έδειχναν ότι η φωτιά έφτανε στο τέλος.
Στο τέλος έφτασε και η δική μας αποστολή. Είναι ήδη μεσάνυχτα. Κατηφορίζουμε προς το χωριό, μπαίνουμε στα αυτοκίνητά μας και αποχωρούμε. κατάκοποι και σκεφτικοί. Περίπου 40.000 στρέμματα καμμένης γης με όλη τη χλωρίδα και πανίδα που περιελάμβανε.. Τα ερωτήματα περνούσαν από το μυαλό μας το ένα μετά το άλλο: κάναμε ό,τι μπορούσαμε; Θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί τόση μεγάλη καταστροφή; Μπορούμε να γίνουμε περισσότεροι εθελοντές; Ελπίζω τα ερωτήματα αυτά να μην πάψουν να προβληματίζουν συνεχώς τον καθένα από μας.
Τα φώτα της πόλης άρχισαν σιγά σιγά να μας επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Αποχαιρετιστήκαμε, ανανεώσαμε το ραντεβού μας με την ευχή να βγαίνουμε μόνο για προληπτικές περιπολίες και ξεκινήσαμε για τα σπίτια μας. ήσυχοι, με τη συνείδησή μας καθαρή απέναντι στον εαυτό μας.. την κοινωνία.. και τη φύση…
Δικτυο Εθελοντων Δασοπροστασιας Εβρου
Γιώργος Ρουμελιώτης
7/9/2009